*Ένα κείμενο της κοινωνικής ακαδημίας του Αδέσποτου Αθηνών για τον υπέρμετρο ανταγωνισμό και τις βαθμολογίες στα παιδικά πρωταθλήματα
Προημιτελικός πρωταθλήματος Παμπαίδων
Θύελλα Ανταγωνισμού – Δόξα Πίεσης
Εισαγωγή
“Χρηστάρα, κόψ’τον, φά’ τον, μπράβο ρε σκύλε” φωνάζει ο προπονητής των γηπεδούχων απ’ τον πάγκο. “Νίκο, κάνε ντρίπλα και κάρφωσε το”, ακούγεται να λέει ο μπαμπάς από την εξέδρα. “Ξυπνήστε, παίξτε με ψυχή, μην παίζετε σαν ψοφίμια”, φωνάζει απ’ έξω ο ιδιοκτήτης της ακαδημίας. “Φάουλ, τι κάνει ρε;;; Ο διαιτητής γιατί δεν δίνει κάρτα, γιατί του μιλάει απλά”, ωρύεται η μαμά. Ο Μάριος χάνει την μπάλα μέσα απ’ τα χέρια, ο Χρήστος το εκμεταλλεύεται και κάνει από κοντά το 2-1. “Γκοοοοοολ” πανηγυρίζουν όλοι μαζί οι γονείς, πατάνε τις κόρνες που έχουν μαζί τους προκαλώντας όσο το δυνατόν περισσότερο θόρυβο. Απ’ την άλλη πλευρά οι γονείς των παιδιών της φιλοξενούμενης ομάδας χτυπιούνται. “Γιατί ρε Μάριε, γιατί” φωνάζει ο πατέρας του. “Βγάλ’ τον και βάλε τον Ηρακλή, δεν είναι σε καλή μέρα” συνεχίζει ο πατέρας του Γιώργου. “Δεν πειράζει Μάριε, δεν πειράζει αγόρι μου, πάμε” του λέει ο προπονητής των φιλοξενούμενων “Πειράζει, θα χάσουμε” μονολογεί ο Μάριος.
Ο αγώνας λήγει 2-1. Οι νικητές πανηγυρίζουν έξαλλα, πέρασαν στον ημιτελικό. Ακόμα πιο χαρούμενοι μοιάζουν οι γονείς. Οι ηττημένοι σκυθρωποί, δεν μιλιούνται. Ο Μάριος, αποτραβηγμένος από τους άλλους, κλαίει. Ο μικρός του αδερφός, ο Στέφανος ρωτάει τη μαμά του. “Γιατί κλαίει ο Μάριος μαμά;”. ”Γιατί χάσανε αγάπη μου και στενοχωρήθηκε”. “Ε και τι πειράζει; Ο προπονητής την άλλη φορά που παίξαμε φιλικό μας είπε ότι δεν πρέπει να μας νοιάζει αν θα κερδίσουμε ή θα χάσουμε.
Πρέπει να μας νοιάζει;”
-Το ποδόσφαιρο στις αναπτυξιακές ηλικίες πρέπει να είναι παιχνίδι ή ένα ακόμα πεδίο καλλιέργειας του ανταγωνισμού μεταξύ των παιδιών, στο οποίο υφίστανται πίεση προκειμένου να γίνουν “οι καλύτεροι”;
-Μας ενδιαφέρει η καλλιέργεια των παιδιών, η ανάπτυξη του ομαδικού πνεύματος, της συνεργασίας, η κοινωνικοποίηση μέσω του αθλητισμού ή η πάση θυσία δημιουργία παιχταράδων που θα σαρώσουν τους τίτλους;
-Θέλουμε τη διασκέδαση των παιδιών και μέσω αυτής την ποδοσφαιρική τους βελτίωση ή να πάρουμε τη νίκη χρησιμοποιώντας τους “καλύτερους” διαφημίζοντας έτσι τη “σωστή δουλειά” που γίνεται στην ακαδημία μας και αποτυπώνεται και στη βαθμολογία;
Η χρήση της βαθμολογίας σε επίσημα πρωταθλήματα (ακόμα και για παιδιά 7-8 χρονών), δημιουργεί “ανάγκες” που ένα παιδί δεν χρειάζεται να έχει όταν μπαίνει σε ένα γήπεδο να παίξει με κύριο στόχο τη διασκέδαση.
Η πίεση που υφίστανται τα παιδιά στις μέρες μας είναι τεράστια. Σχολείο, φροντιστήρια ξένων γλωσσών, μαθήματα υπολογιστών. Σε αυτό το υπερβολικά φορτωμένο πρόγραμμα ο αθλητισμός ίσως να αποτελεί τη μοναδική τους διέξοδο και για το λόγο αυτόν πρέπει από πολύ νωρίς να μάθουν να τον αντιμετωπίζουν σαν μία ψυχαγωγική δραστηριότητα και όχι σαν ακόμα μία αγχώδη διαδικασία.
Ενότητα: Παιδιά
“Πειράζει” και “χάσαμε εξαιτίας μου” είναι οι σκέψεις που γυρνούσαν στο μυαλό του Μάριου για πολλές ώρες μετά τον αγώνα. Σε λίγο θα κατέβαινε στη γειτονιά με τους φίλους του να παίξει.
Και εκεί παίζανε μπάλα και ο Μάριος θυμάται με βεβαιότητα ότι είχε χάσει πολλές φορές. Αλλά δεν υπήρχε επίσημη βαθμολογία, δεν υπήρχε προπονητής, δεν υπήρχαν γονείς στην εξέδρα, δεν τους αγόρασε κάποιος χορηγός εμφανίσεις, εκεί τους κανόνες τους έθεταν τα ίδια τα παιδιά.
– Γιατί όμως αυτή η ήττα τον ενοχλούσε περισσότερο;
-Τι διαφορά είχε ο αγώνας αυτός από τα εκατοντάδες ματς που έστηναν στην γειτονία με πέτρες για τέρματα ή από το διπλό στο τέλος κάθε προπόνησης;
“Μα ήταν ο προημιτελικός’’ σκέφτηκε ο Μάριος και ενώ ήταν σίγουρος ότι αυτή είναι η “σωστή” απάντηση – άλλωστε, το είχε πει και ο μπαμπάς το πρωί ότι ο προημιτελικός είναι πολύ σημαντικός γιατί μετά είναι ο ημιτελικός και μετά ο τελικός ή κάτι τέτοιο – ένιωσε ότι δεν τον κάλυπτε. Και δεν τον κάλυπτε γιατί για τον ίδιο δεν ήταν τόσο σημαντικός. Ήταν όμως σημαντικός για τον προπονητή και ήταν πεπεισμένος ότι ο κ. Κώστας θα το μετάνιωνε που τον έβαλε αλλαγή στο 2ο ημίχρονο. “Στο επόμενο ματς θα παίξω ακόμα λιγότερο”. Την άλλη φορά όμως στο φιλικό τους είχε πει ο,τι δεν πρέπει να τους νοιάζει αν κερδίσουνε ή χάσουνε. Πρέπει να τους νοιάζει;
“Ε να είχα λίγο άγχος και μου γλίστρησε’’, εξηγούσε στους φίλους του για το γκολ ο Μάριος. “Επειδή ήταν προημιτελικός” τον διαβεβαίωνε η παρέα και σε λίγο είχαν χωριστεί για να παίξουν το ελ κλάσικο γειτονιάς. Και παρόλο που προβλεπόταν ντέρμπι, κρίνοντας από τις συνθέσεις, ο Μάριος για το επικείμενο ματς δεν ένιωθε κανένα άγχος.
Ήταν μια δύσκολη εβδομάδα. Διάβασμα για το σχολείο, τεστ στα αγγλικά, καβγάδες στο σπίτι. Και δεν έφταναν όλα αυτά ήρθε ο μεγάλος αποκλεισμός της ομάδας που θα σήμαινε ότι το επόμενο Σαββατοκύριακο δε θα είχε αγώνα πρωταθλήματος για πρώτη φορά μετά από καιρό..
“Ευτυχώς..” σκέφτηκε ο Μάριος…
Το πρωτάθλημα που συμμετέχει ο Μάριος είναι πολύ δύσκολο και η ομάδα του είναι ακόμα αρχάρια. Επομένως κάθε αγώνας του προκαλεί έντονο και μη ελεγχόμενο στρες που έχει αντικαταστήσει την ικανοποίηση και την ψυχαγωγία που βιώνει όποτε παίζει στη γειτονιά, με αποτέλεσμα να τον επιβαρύνει εμποδίζοντας τη συναισθηματική του ανάπτυξη. Σε αυτή την ηλικία μόνο μικρές και προσεκτικά ελεγχόμενες δόσεις άγχους επιτρέπουν στο παιδί να μάθει να τις διαχειρίζεται και να τις διοχετεύει με τέτοιο τρόπο ώστε να βελτιώνει την απόδοση του. Το πρωτάθλημα όμως, με το ακαθόριστο επίπεδο των ομάδων, είναι λύση;
Οι στόχοι και οι προσδοκίες που τίθενται πρέπει να είναι ρεαλιστικοί σύμφωνα με τις ανάγκες του παιδιού. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που διαφοροποιούν τα παιδιά ως προς την αντιμετώπιση του άγχους τους. Χαρακτηριστικά όπως το φύλο, η ευφυΐα, η επάρκεια, η αυτοπεποίθηση και πολλά άλλα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν από τους ανθρώπους που ασχολούνται με τον παιδικό αθλητισμό. Οι προσδοκίες των σημαντικών άλλων, η απόδοση αιτιότητας της νίκης ή της ήττας από το παιδί, ο φόβος της αποτυχίας και πολλοί ακόμα παράμετροι επηρεάζουν την ψυχολογία τους. Πόσοι γνωρίζουν πως τα παιδιά προπονούνται μαζί ανά διετία γέννησης (π.χ. 2009-2010) και ότι οι διαφορές που εμφανίζουν, ακόμα και οι σωματομετρικές, είναι τεράστιες; Γιατί συχνά επιλέγονται να παίξουν τα μεγαλύτερα παιδιά, εκείνα που γεννήθηκαν το πρώτο τετράμηνο της διετίας, που πιθανότατα είναι δυνατότερα από τα νεότερα; Μήπως οδηγούμε τα παιδιά στην εγκατάλειψη των σπορ και στην ψυχολογική τους εξουθένωση από πολύ νωρίς; Πόσο εύκολο επομένως είναι σε μια ομάδα 15-20 παιδιών να ασχοληθούμε εξατομικευμένα με τις ανάγκες τους; Και τέλος να τονίσουμε τα κίνητρα για παιχνίδι. Για ποιο λόγο τα εσωτερικά κίνητρα των παιδιών για παιχνίδι και την ικανοποίηση που βιώνουν μέσα από αυτό αντιμετωπίζοντας το ως αυτοσκοπό γενικότερα, να τα μετατρέψουμε σε εξωτερικά με επαίνους, βαθμολογίες και τιμωρίες και κατά συνέπεια όλες τις ψυχολογικές συνέπειες που περιγράψαμε παραπάνω, κάνοντας το ποδόσφαιρο να αποτελεί μέσον για την επίτευξη κάποιου άλλου σκοπού; Αν ρωτήσουμε τα ίδια τα παιδιά για ποιο λόγο επέλεξαν να μπουν στην ομάδα οι πιθανότερες απαντήσεις θα είναι ότι το έκαναν για να παίξουν, να γνωρίσουν φίλους, να διασκεδάσουν από το παιχνίδι, να νιώσουν πως βελτιώνονται. Σε τι θα ωφελούσε να συμμετάσχουν σε πρωταθλήματα που η νίκη και η βαθμολογία θα επηρέαζε τα θέλω τους;
Τελικά ο Μάριος γύρισε σπίτι του όταν νύχτωσε μόνος του -ή με τους φίλους του-, καθώς δεν πήγαιναν οι γονείς του να τον δουν στον “ανεπίσημο αγώνα” της γειτονιάς. Είχε νικήσει είχε χάσει δεν είχε σημασία, και δεν χρειαζόταν να απαντήσει σε ερωτήσεις τύπου “πόσο ήρθε ο αγώνας..πόσο χρόνο έπαιξες..σε ποια θέση σε έβαλε..τι θέση είστε στη βαθμολογία..” παρά μόνο στο “πως πέρασες σήμερα;..γιατί άργησες τόσο;”.
Ενότητα: Γονείς – παιδιά
Αργότερα τη νύχτα ο Μάριος δεν μπορούσε να κοιμηθεί και θυμόταν διάφορες φράσεις που άκουγε στο γήπεδο όταν έπαιζε αγώνες. Σε έναν φιλικό αγώνα της ομάδας του μάλιστα κάποιος γονέας είχε φωνάξει στον προπονητή “Εσύ θες να μάθεις στα παιδιά μας να χάνουν”. Το σκορ ωστόσο ήταν ήδη 5-0 υπέρ της ομάδας του και ο κ. Κώστας, ο προπονητής του αποφάσισε να βάλει να παίξουν τα πιο αρχάρια παιδιά ώστε, από τη μία να πάρουν εμπειρίες και τη χαρά του παιχνιδιού και από την άλλη να δοθεί η ευκαιρία στον αντίπαλο να βγάλει όσα μαθαίνει στις προπονήσεις και να βάλει κάποια γκολ που δίνουν πάντα χαρά στα παιδιά. Παρόλα αυτά, τα παράπονα απ΄τους γονείς δεν έλειπαν ακόμα και σε ένα τουρνουά, χαρακτηριστικό του οποίου είναι πως δεν υπάρχει βαθμολογία!
Αυτή η ψευδαίσθηση του γονέα πως ξέρει καλύτερα από οποιονδήποτε να χειριστεί το παιδί ή ένα παιχνίδι ίσως οφείλεται σε κοινωνικό – οικονομικά κατάλοιπα του παρελθόντος. Πιέζουν και πιέζονται να γίνει το παιδί τους αυτό που οι ίδιοι δεν μπόρεσαν να γίνουν, τώρα που οι συνθήκες και τα μέσα μοιάζουν εφικτά για όλους. Ίσως πολύ απλά να είναι η υπέρμετρη αγάπη και στήριξη προς το παιδί που τους κάνει να παρεμβαίνουν τόσο έντονα στη ζωή του.
Όπως και να χει, ο γονέας – πρότυπο θα πρέπει να δίνει χώρους ελευθερίας και έκφρασης τόσο στο παιδί όσο και στον ειδικό-αρμόδιο, δηλαδή τον προπονητή. Δεν είναι λίγες οι φορές που κάποιοι γονείς δίνουν συνεχώς οδηγίες πάνω στις εντολές του προπονητή με συνέπεια να ενοχλούν/αποσυντονίζουν όλους (παιδιά, προπονητές, άλλους γονείς), καταστρέφοντας τον αυθορμητισμό και την ελευθερία της σκέψης και των κινήσεων των παιδιών.
Ακόμη, συχνό φαινόμενο είναι οι γονείς να πιάνονται στα χέρια μεταξύ τους ή να ασκούν έντονη κριτική, ακόμα και βία (σωματική και λεκτική) σε προπονητές ή διαιτητές επειδή θεώρησαν πως το παιδί τους αδικήθηκε και πιθανότατα θα καταστραφεί η καριέρα του! Κανιβαλίζονται και αυτοί και καταπίνονται στις “ανάγκες” και τα πρότυπα της σύγχρονης κοινωνίας. Συμπεριφέρονται στα παιδιά σαν να είναι σταρ και επαγγελματίες σε αντίθεση με τα παιδιά που απλά ονειρεύονται να γίνουν σταρ ή επαγγελματίες.
Αμέτρητα βίντεο, ασήμαντα στατιστικά, κριτικές, βρισιές, ψαγμένα σχόλια (π.χ. άλλαξε παιχνίδι!) είναι κάποιες από τις αγαπημένες συνήθειες ενός γονέα σε έναν παιδικό ποδοσφαιρικό αγώνα. Επιλογή ποιών αγώνων θα δει ή θα καταγράψει. Για παράδειγμα θα πάει σε έναν αγώνα βαθμολογικού χαρακτήρα πρωταθλήματος να δώσει τη δική του μάχη απ την εξέδρα ή απλά τη στήριξή του, αλλά όχι να δει το παιδί να αγωνίζεται άναρχα, ελεύθερα σε μια αλάνα (μάλλον επειδή δεν υπάρχουν πλέον!) ή στο διάλειμμα του σχολείου. Όλες αυτές οι περιπτώσεις σημαίνουν πίεση, άγχος, προσδοκίες. Όπως έχει γραφτεί, η υποστήριξη του γονέα προς το παιδί δεν είναι αρνητική. Η παρεμβατικότητα του και η αμετροέπεια του όμως, ναι.
Το παιδί αν μπορούσε να φωνάξει και να επιβληθεί θα έλεγε “αφήστε με να παίξω, να διασκεδάσω, να πέσω, να κλάψω χωρίς να με κοιτάζετε, χωρίς να σας κοιτάζω. Τώρα είναι η στιγμή μου και σας ευχαριστώ που με αφήνετε να εκφραστώ όπως θέλω”.
“Τα παιδιά σας δεν είναι παιδιά σας. Είναι οι γιοι και οι κόρες της λαχτάρας της Ζωής για τη ζωή. Έρχονται στη ζωή με τη βοήθειά σας, αλλά όχι από σας. Και παρόλο που είναι μαζί σας, δεν σας ανήκουν. Μπορείτε να τους δώσετε την αγάπη σας, όχι όμως και τις ιδέες σας. Γιατί αυτά έχουν τις δικές τους ιδέες. Μπορείτε να στεγάσετε το σώμα τους, όχι όμως και την ψυχή τους, γιατί η ψυχή τους κατοικεί στο σπίτι του αύριο, που εσείς δεν μπορείτε να επισκεφτείτε ούτε στα όνειρά σας. Μπορείτε να προσπαθήσετε να τους μοιάσετε, αλλά μη γυρεύετε να τα κάνετε να σας μοιάσουν. Γιατί η ζωή δεν πηγαίνει προς τα πίσω και δε σταματά στο χθες”.
Ενότητα: Προπονητές
Μετά το τέλος του αγώνα παιδιά και γονείς είναι “σκασμένοι”, δε μπορούν να δεχτούν με τίποτα την ήττα σε ένα τόσο σημαντικό ματς και όλοι μαζί αποχωρούν απογοητευμένοι από το γήπεδο. Ή μάλλον όχι όλοι. Στον πάγκο των φιλοξενούμενων -μισή ώρα μετά το τέλος του αγώνα- ξεχωρίζει η τραγική φιγούρα του κ. Κώστα, προπονητή της φιλοξενούμενης ομάδας, ο οποίος συζητά με τον βοηθό του και του εκφράζει τους προβληματισμούς και τους φόβους του. “Πάει, Νίκο, αυτό ήταν. Τέλος τα όνειρα για πρωτάθλημα και φέτος, στην καλύτερη θα τερματίσουμε πέμπτοι. -Καλά ρε Κώστα, πώς κάνεις έτσι, δεν ήρθε και το τέλος του κόσμου” του λέει ο κ. Νίκος προσπαθώντας να τον παρηγορήσει, “άλλωστε εσύ δεν είσαι αυτός που δε σταματάς να υπενθυμίζεις στα παιδιά ότι σημασία δεν έχει το αποτέλεσμα ενός αγώνα και η βαθμολογία, αλλά η διασκέδαση και η βελτίωσή τους?!”. Ξεφυσώντας ο κ. Κώστας συνεχίζει .”Ναι ρε Νίκο, εγώ τα λέω και τα εννοώ αλλά από την άλλη πρέπει να κοιτάξω κι εγώ τη δουλειά μου. Ξέρεις τι παράπονα και μουρμούρα έχω να ακούσω αύριο στην προπόνηση από τους γονείς και τον πρόεδρο; θα με κατηγορήσουν ότι δε βάζω τους καλούς παίκτες να παίζουν αρκετά και πως δεν παίρνω τις κατάλληλες αποφάσεις για να νικήσει η ομάδα. Φέτος όλοι περιμένανε να τερματίσουμε στην πρώτη τριάδα και να πάρουν τα παιδιά μόρια για τα πανεπιστήμια”. Ο κ. Νίκος, συνειδητοποιώντας σε τι κατάσταση βρίσκεται ο συνεργάτης του προσπαθεί να τον ηρεμήσει. “Έλα Κώστα, δεν είναι η κατάλληλη ώρα για τέτοιες σκέψεις, πήγαινε σπίτι σου να ξεκουραστείς και αύριο να κοιτάξεις να εξηγήσεις στα παιδιά για ποιους λόγους δεν πρέπει να απογοητεύονται, χωρίς να σε νοιάζει τι θα πει ο καθένας που βρίσκεται εκτός γηπέδου”.
O ρόλος του προπονητή είναι καταλυτικός για τη βελτίωση-εξέλιξη των αθλητών, τόσο σε αθλητικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Είναι σαφές, ότι η προπονητική ιδιότητα (πρέπει να) έρχεται σε δεύτερη μοίρα, καθώς στις παιδικές ηλικίες αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία τόσο για τα παιδιά όσο και για τον ίδιο τον προπονητή, είναι η ιδιότητα του ως παιδαγωγός. Αυτός είναι ο πρώτος άνθρωπος (μετά τους γονείς) ο οποίος καλείται, εκτός των άλλων, να κερδίσει την εμπιστοσύνη των παιδιών-αθλητών και να τους εμπιστευτεί ο ίδιος, μεταδίδοντας τους θετική διάθεση και αγάπη για τον αθλητισμό.
Βασική προϋπόθεση για τα παραπάνω είναι να απαλλαγεί ο ίδιος ο προπονητής από κάθε πίεση και στρες που μπορεί να του προκαλούν εξωτερικοί παράγοντες, όπως η ύπαρξη βαθμολογίας σε ένα παιδικό πρωτάθλημα. Αυτό από μόνο του μπορεί να μην είναι απαραίτητα τόσο αρνητικό, ωστόσο όταν οι πιο σημαντικές αξίες του αθλητισμού θυσιάζονται για την αξία της νίκης και της τελικής κατάταξης, τότε δε μιλάμε για αθλητισμό αλλά για έναν υπέρμετρο ανταγωνισμό. Αν προστεθούν στους εξωτερικούς παράγοντες για τους οποίους έγινε λόγος και η «μουρμούρα-γκρίνια» των γονέων και της διοίκησης της εκάστοτε ομάδας για κάποια άσχημα αποτελέσματα, τότε ο προπονητής καθίσταται έρμαιο του ίδιου του του επαγγέλματος. Βεβαίως, το χειρότερο είναι ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η πίεση που βιώνει ο προπονητής μεταφέρεται και στα παιδιά μέσω της επιθετικής του συμπεριφοράς, κάτι που δε βοηθά στην ανάπτυξη αμοιβαίας σχέσης σεβασμού και εμπιστοσύνης. Στο πρόσωπο του προπονητή, τα παιδιά αναζητούν έναν άνθρωπο, ο οποίος θα τους προσφέρει συναισθηματική υποστήριξη, εμψυχώνοντας τους, και θα τους κάνει να αναζητήσουν τα κατάλληλα κίνητρα προκειμένου να αγαπήσουν τον αθλητισμό, απαλλάσσοντας τους από κάθε είδους άγχος και ανασφάλεια.
Βασική αιτία της προβληματικής συμπεριφοράς ενός προπονητή είναι η μη επαρκής εκπαίδευσή του. Είναι φαινόμενο της εποχής μας η ύπαρξη πολλών ιδιωτικών σχολών προπονητικής, οι οποίες μέσω της καταβολής υπέρογκων διδάκτρων και της παρακολούθησης ολιγοήμερων σεμιναρίων από τους ενδιαφερόμενους, τους προσφέρουν τη δυνατότητα να λάβουν το δίπλωμά τους χωρίς να έχουν τις κατάλληλες γνώσεις πάνω στην προπονητική και, κυρίως, την παιδαγωγική. Έτσι, η ελλιπής γνώση πάνω σε σημαντικούς τομείς, όπως η αθλητική ψυχολογία, τους καθιστά ανήμπορους να μεταδώσουν στα παιδιά αξίες όπως η συνεργασία, ο σεβασμός και κυρίως η απόλαυση του παιχνιδιού. Ακόμα, δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν τους κατάλληλους τρόπους επικοινωνίας με τα παιδιά και να συμβάλουν στην περαιτέρω κοινωνικοποίησή τους και την ψυχική τους ισορροπία, αγαθά που σίγουρα είναι σημαντικότερα από την αξία μιας νίκης ή την κατάκτηση του κυπέλλου σε ένα παιδικό πρωτάθλημα.
Η παραπάνω ιστορία που περιγράψαμε είναι φανταστική με πραγματικές καταστάσεις που συναντάμε συχνά στα γήπεδα. Φυσικά δεν είναι όλα άσχημα ενώ δεν γίνεται να αποδομηθεί το ανταγωνιστικό μοντέλο του ποδοσφαίρου από τη μια μέρα στην άλλη, πόσο μάλλον από ένα κείμενο.
Η πρόταση μας
Ωστόσο, εμείς ως Αδέσποτος προβληματιζόμαστε ξεκάθαρα με τα υπάρχοντα παιδικά πρωταθλήματα και τη μορφή που έχουν πάρει και προτείνουμε μια διαφορετική προσέγγιση, λιγότερη ανταγωνιστική, που δίνει τη δυνατότητα στα παιδιά να μιλήσουν, να αλληλοεπιδράσουν με τους αντιπάλους και προπαντός να διασκεδάσουν.
Γίνεται, δηλαδή, ανοιχτή πρόταση για τη δημιουργία και στελέχωση πρωταθλημάτων χωρίς βαθμολογία από ακαδημίες, σχολικές ομάδες ή ακόμα και αυτοσχέδιες ομάδες παιδιών και τη διεξαγωγή τους, εκτός από τα γηπεδάκια, σε διάφορες γειτονιές και πλατείες κάνοντας το ποδόσφαιρο μια Κυριακάτικη γιορτή.
Αδέσποτος Αθηνών
21/5/2018
2 thoughts on “Πρέπει να μας νοιάζει;”
Κειμενάρα!